Μια ανεξάρτητη σκηνή απ' τη "Σκιά του Ταξιδευτή
"....Καρφωμένος απέναντι από ένα κουαρτέτο του δρόμου,, δεν πίστευα σ' αυτό που μου συνέβαινε. Λίγο πριν, φαινομενικά αδιάφορος, διάλεγα κάτι άσπρα, κάπως εκκεντρικά παπούτσια. Τώρα, δεν άντεξα άλλο. Λύθηκα.
Πολλά πράγματα συσσωρευμένα. Πάρα πολλά. Βρήκαν κι αυτά το δρομάκι τους και κυλάν απ' τα μάτια μου.
Απ' την άκρη του ματιού, μέχρι την μοιραία πρόσκρουση με τον δρόμο, μπροστά απ' τις μύτες των παπουτσιών μου. Ένα δάκρυ.
Πόσα μπορεί να κουβαλήσει στη τόσο σύντομη ζωή του ένα δάκρυ;
Τα χρόνια, οι μνήμες, οι έρωτες μου, βγήκανε βόλτα στην Σεβίλλη. Τρέχουν σαν μικρά παιδιά, χτυπώντας τα πόδια τους στα πλακόστρωτα. Παίζουν με τους πεζούς. Ρωτάν τους μεγαλύτερους. –«πως σε λένε;», «γιατί είσαι μεγάλος;», «γιατί κλαις;»..."